iselida.gr - Ειδήσεις για την πρώτη σελίδα

Σάββατο - 20 Απριλίου 2024

Ο Αργύρης Κωστάκης
για τη μαγική
Αποκριά τις εφηβείας


Στα εφηβικά μου χρόνια στο Λύκειο, το θρυλικό 24ο Πολυγώνου, οι Απόκριες ήταν μιά μεγάλη γιορτή χαράς και διασκέδασης.

Η Παρασκευή πριν την Καθαρά Δευτέρα «με άδεια από τη σημαία» γινόταν αργία. Κι εμείς τα παλιόπαιδα, δεν χαμπαριάζαμε από τις απειλές του λυκειάρχη ή κάποιων αυστηρών καθηγητών.
Υπήρχαν και οι ωραίοι εκπαιδευτικοί που έβλεπαν με συμπάθεια την «ανταρσία» μας, ενώ δυό -τρείς συμμετείχαν «στη ζούλα» και στις πλάκες που κάναμε.

Μιά χρονιά, το αξέχαστο 1982, η «μασκαρεμένη Παρασκευή» σημαδεύτηκε ανεξίτηλα στις μνήμες όλων όσοι τη ζήσαμε. Και θέλησα να τη θυμηθώ σήμερα μετά το τέλος της Αποκριάς. Έτσι για να κρατήσει λίγο ακόμη η ατμόσφαιρα της γιορτής σε αυτές τις δύσκολες εποχές για όλους μας.

Αφού είχαμε συνεννοηθεί να πάμε όλοι «ντυμένοι» στο σχολείο. Όπως κι έγινε. Φανταστείτε τώρα δεκάδες παιδιά, να ανηφορίζουν τους δρόμους γιά το σχολείο που είχε χτιστεί «τέρμα Θεού» σε έναν βράχο στο Πολύγωνο.
Γέλια, πειράγματα, φλερτ μεταξύ αγοριών και κοριτσιών, τρικλοποδιές, φιγούρες, βλακείες της ανέμελης νιότης. Ένα πολύχρωμο «ποτάμι» γεμάτο ενέργεια, αισιοδοξία και αυτοπεποίθηση γιά το αύριο (ξέραμε ότι μετά το σχολείο όσοι έμπαιναν στο Πανεπιστήμιο, αλλά και όσοι δεν έμπαιναν, θα έβρισκαν δουλειά).
Οι μητέρες μας «σταύρωναν» με την ευχή «στο καλό και να προσέχεις».
Έτσι φτάσαμε σε εκείνο το «ιστορικό» μεσημέρι του Φεβρουαρίου του 1982. Την Αποκριά που είχε βγεί από κωμωδία του Δαλιανίδη με τους Ψάλτη, Γαρδέλη, Μιχαλόπουλο, Αλιμπέρτη, Φίνου και Ντούζο. Μόνο που στις θέσεις των συμπαθών ηθοποιών οι πρωταγωνιστές ήμασταν εμείς. Ο Γιώργος, ο Δημήτρης, ο Μιχάλης, ο Γιάννης, η Μαρία, η Χαρά, ο Σταύρος και όλοι οι άλλοι.
Λίγο πριν χτυπήσει το κουδούνι, λοιπόν, έγινε το «προσκλητήριο».

 

Όλοι στις θέσεις τους με εξαιρετικές αυτοσχέδιες στολές. Εκτός από έναν. Τον Βαγγέλη ή «Τσούκα» στο παρατσούκλι.
Κινητά τότε δεν υπήρχαν γιά να δούμε πού βρίσκεται. Ευτυχώς γιά εμάς, δυστυχώς γι αυτόν, ήρθε στο «παρά μισό». Τι ήταν να τον δούμε! Χωρίς να δοθεί κάποια «διαταγή», γιατί δεν είχαμε και αρχηγό, ενστικτωδώς ορμήσαμε όλοι πάνω του και τον κάναμε «καινούργιο» με τα πλαστικά ρόπαλα και τα κομφετί που… ακόμη πρέπει να βγάζει από τα ρούχα του. Τι λάθος είχε κάνει; Μας κορόιδεψε ότι ντύθηκε καουμπόης, ενώ φορούσε τα κανονικά του ρούχα και απλώς ένα χάρτινο καπέλο, το οποίο έγινε «ισόγειο» όπως στα μίκυ μάους.

Επίκεντρο της παρέας εκείνο το μεσημέρι ήταν ο ΄Αρης, ο οποίος φόρεσε -κατά τη γνώμη μου- μια από τις καλύτερες στολές όλων των εποχών. Ντύθηκε «Ωνάσης» φορώντας λουστρίνι παπούτσια, κιριλέ κοστούμι, γούνα της μητέρας του, γυαλιά σαν του μεγιστάνα (άγνωστο έως σήμερα πού τα βρήκε) και κρατούσε ένα πούρο.
«Έσπασαν τα τσιμέντα» από τα γέλια. Το έθιμο όριζε εκτός από το μασκάρεμα να γίνεται κι ένα χάπενιγκ. Δεν θυμάμαι ποιός είχε την ιδέα να στήσουμε μιά «κηδεία» και να κάνουμε πορεία μέσα στο σχολείο και μετά στους γύρω δρόμους. Προσφέρθηκαν έξι δυνατά παλικάρια γιά τα «κοράκια» και οι υπόλοιποι συγγενείς και φίλοι του εκλιπόντος. Ακόμη και το «φέρετρο» βρέθηκε. Μιά σπασμένη πόρτα που ο επιστάτης κυρ Σπύρος είχε βάλει στην αποθήκη. Όλα έτοιμα γιά την τελετή, εκτός από τον «νεκρό».
Παρότι ως έφηβοι πιστεύαμε πως είμαστε αθάνατοι και λοιδορούσαμε τον Σκοτεινό Ιππότη, εκεί κωλώναμε. Τελικά «θυσιάστηκα» εγώ υπό τα χειροκροτήματα και τις επευφημίες του πλήθους.
Η περιφορά έγινε. Μπήκαμε οι αθεόφοβοι με την πόρτα – κάσα κι εμένα πάνω ξαπλωμένο ακόμη και στην αίθουσα που δίδασκε θρησκευτικά ο Θεολόγος που νομίζαμε γιά χουντικό, αλλά αποδείχτηκε ένας μοντέρνος άνθρωπος και με χιούμορ.

Η τελετή έληξε αφού με πέταξαν πάνω στο γκαζόν στο κοντινό παρκάκι και το βράδυ όσοι είχαμε χαρτζιλίκι γιά ένα φρουίτ παντς με αλκοόλ πήγαμε με τα κορίτσια μας στη ντισκοτέκ, στον τελευταίο όροφο του πύργου Αθηνών, γιά να χορέψουμε, να φιληθούμε, να γελάσουμε. Να «γυρίσουμε» τη δική μας «ρόδα, τσάντα και κοπάνα»..