Όχι άλλη μια σελίδα στο διαδίκτυο, αλλά η iselida.gr
info@iselida.gr
Καθηλώνει η νέα τηλεοπτική σειρά που υπογράφει ο Ντέιβιντ Φίντσερ.
Ένας δεκάλογος από το "Αθηνόραμα" για την τηλεοπτική παραγωγή που αλλάζει τα δεδομένα.
Δεν είναι τυχαίο ότι το όνομα του Τσαρλς Μάνσον ακούγεται αρκετές φορές στη σειρά και η φωτογραφία του κρέμεται από τοίχους και προβάλλεται σε σλάιντς. Ο μυθικός ηγέτης της φονικής σέχτας που διέπραξε ειδεχθή εγκλήματα, έδωσε ουσιαστικά τη χαριστική βολή στο προοδευτικό κλίμα του αντιπολεμικού κινήματος, του χιπισμού και της προίκας του Μάη του ’68. Η σειρά περιγράφει μοναδικά το τέλος μιας ανέμελης εποχής για τις Η.Π.Α. –και όχι μόνο. Τοποθετημένη το 1977, το τηλεοπτικό μανιφέστο του Ντέιβιντ Φίντσερ παρουσιάζει μια κοινωνία (από την αστυνομία μέχρι την πανεπιστημιακή κοινότητα) που προσπαθεί να χωνέψει και να κατανοήσει τις αλλαγές που έχουν γίνει τα προηγούμενα χρόνια και να κατανοήσει το «έγκλημα χωρίς αιτία».
Ποιος θα το περίμενε ότι μια σειρά θα συμπύκνωνε με τον καλύτερο τρόπο όχι μόνο την αισθητική του δεξιοτεχνία, αλλά ακόμη περισσότερο τις καλλιτεχνικές/θεματικές του εμμονές του Αμερικανού δημιουργού; Σε μεγαλύτερο βαθμό σίγουρα από τις τελευταίες ταινίες του. Το τέλος της αθωότητας της αμερικανικής κοινωνίας, οι σκοτεινές πτυχές της ανθρώπινης ύπαρξης που συνδέονται άρρηκτα με αρχέγονα ένστικτα και πάνω από όλα η βία που βρίσκεται εγγεγραμμένη στο DNA μας, βρίσκονται όλα εδώ, σε αυτά τα δέκα επεισόδια. Όλα όσα άφηνε ως υπονοούμενα στην τελευταία μεγάλη ταινία του, το «Zodiac» του 2007, εδώ έχει το χρόνο και τη διάθεση να το αναλύσει διεξοδικά, αργά και επίπονα. Η κοινωνία που τρέφεται από το φόβο και τρομάζει όταν κοιτάζεται γυμνή στον καθρέφτη, ψάχνει για να εντοπίσει τα νέα τέρατά της και να τα κλείσει σε ανήλια κλουβιά που δεν θα τα βλέπει κανείς.
Το λέει και ο τίτλος της σειράς; «Κυνηγός Μυαλών». Ποιος είναι ο μόνος τρόπος να κυνηγήσεις τη σκέψη; Να μπεις στα αχαρτογράφητα μονοπάτια του ανθρώπινου μυαλού; Μα, φυσικά η ψυχολογία, η οποία είναι η απόλυτη πρωταγωνίστρια της σειράς. Στην δεκαετία του ’70 πραγματώνεται ουσιαστικά μια μεγάλη αλλαγή. Ο κόσμος σταματά να ακολουθεί τα κινήματα και τις μεγάλες ιδεολογίες του 20ου αιώνα και στρέφεται στον εαυτό του και την προσωπική αντιμετώπιση των δυσκολιών. Παράλληλα, γίνεται μια πραγματική επανάσταση στις κοινωνικές επιστήμες και τη ψυχολογία, έχοντας πλέον περάσει στην εποχή της μετα-νεωτερικότητας. Το «Mindhunter» εκτυλίσσεται σε εκείνη ακριβώς την περίοδο, όπου οι νέες θεωρίες αλλάζουν τον τρόπο σκέψης και η κοινωνία άρει το ταμπού της ψυχοθεραπείας, πιστεύοντας πλέον ότι ο καθένας έχει το δικαίωμα της ενδοσκόπησης.
Η σεκάνς με την οποία ανοίγει η σειρά πρέπει να διδάσκεται υποχρεωτικά σε κάθε σχολή που έχει σχέση με τον οπτικό πολιτισμό. Ο ορισμός της αφηγηματικής οικονομίας. Ένας άνθρωπος απειλεί να αυτοκτονήσει, κρατώντας μια καραμπίνα στα χέρια του. Οι αστυνομικοί που βρίσκονται έξω από το σπίτι του προσπαθούν να τον πείσουν να τους δώσει το όπλο. Όταν φτάνει ο ειδικός διαπραγματευτής Χόλντεν Φορντ στο σημείο, ο αρχηγός της επιχείρησης έχει καλέσει ήδη την πρώην γυναίκα του. Ο Χόλντεν στέλνει τη σύζυγο μακριά και ξεκινά να συνομιλεί με τον απελπισμένο άνθρωπο. Ξαφνικά «μπαμ»… Ο Χόλντεν κοιτά αποσβολωμένος την εικόνα. Δεν καταλαβαίνει τίποτα. Κάνεις από τους δεκάδες αστυνομικούς δεν μπορεί να κατανοήσει πώς φτάσαμε εκεί… Αστυνομικοί που δείχνουν αμήχανοι και ανήμποροι μπροστά σε ένα συμβάν που δεν έχει προφανή αίτια. Και όλα αυτά δοσμένα με τη μοναδική, σκοτεινή σκηνοθετική ματιά του Φίντσερ.
Εδώ δεν έχουμε να κάνουμε την τυπική χολιγουντιανή εξίσωση καλού-κακού. Οι serial killers δεν είναι τέρατα και οι πράκτορες του FBI δεν είναι άγγελοι. Κάθε συνέντευξη των δολοφόνων κρύβει και μια «λογική εξήγηση» των εγκλημάτων που διέπραξαν, πράγματα που δραπετεύσουν από το φαντασιακό και προσγειωθούν με τον πιο τραγικό τρόπο στην πραγματικότητα. Από τη μεριά τους, οι πράκτορες κουβαλούν με τη σειρά τους τα δικά τους προβλήματα και όπως είναι φυσικό μεταφέρουν κομμάτια των σοκαριστικών εξομολογήσεων στο σπίτι τους. Εικόνες και σύμβολα που σχηματοποιούνται από τις κουβέντες τους με τους φυλακισμένους, αρχίζουν να στοιχειώνουν την δικιά τους καθημερινότητα. Δεν υπάρχουν στεγανά μεταξύ της επαγγελματικής τους ζωής και της προσωπικής τους καθημερινότητας. Τα όρια ανάμεσα στο φυσιολογικό και το ανώμαλο αρχίζουν να θολώνουν και οι πράκτορες δείχνουν ανήμποροι να λύσουν τα προσωπικά τους προβλήματα, πόσο μάλλον να επεξεργαστούν τα έργα και τις ημέρες περιβόητων δολοφόνων. Τα πάντα δείχνουν να ξεκινούν και να τελειώνουν μέσα στο κεφάλι των πρωταγωνιστών· στις σκέψεις, στις φοβίες, στις εμμονές, στα απωθημένα και στις προσδοκίες.
Το 1977 κανείς δεν μπορούσε να συλλάβει την έννοια τού κατά συρροή δολοφόνου. Κανείς δεν μπορούσε να αντιληφθεί την ικανοποίηση που μπορεί να πάρει κάποιος από αλλεπάλληλες κτηνωδίες. Για τον περισσότερο κόσμο η ανθρωποκτονία είχα να κάνει με μια εν βρασμώ ψυχής κατάσταση: Μια δολοφονία όφειλε να έχει μια πρόδηλη αφορμή, όπως μια λογομαχία, μια παράνομη συναλλαγή, ένα ερωτικό πάθος, μια κληρονομική διαφορά, μια κλοπή... Στην συγκεκριμένη περίπτωση δεν υπάρχει εμφανής αφορμή. Το φαντασιακό των δραστών είναι αυτό που μετατρέπει τις εγκληματικές τους ορέξεις σε ακόρεστη ανάγκη. Και για να καταφέρει κάποιος να τον εντοπίσει θα πρέπει πρώτα να κατανοήσει τις «πράξεις του», να μπει στο μυαλό τού serial killer και να παίξει το παιχνίδι του. Αυτό είναι το «mindhunting»…
Η σειρά βασίζεται στο βιβλίο «Mindhunter: Inside the FBI's Elite Serial Crime Unit» του συνταξιοδοτημένου πράκτορα του FBI Τζον Ντάγκλας, το οποίο περιέχει -εκτός των άλλων- τις πραγματικές συνεντεύξεις που πήρε από διαβόητους δολοφόνους. Ο πρωταγωνιστής Χόλντεν Φορντ ουσιαστικά είναι ο Τζον Ντάγκλας και η δράση που βλέπουμε βασίζεται σε πραγματικά γεγονότα. Το FBI σε καμία περίπτωση δεν εξωραΐζεται στη σειρά. Όπως και η αμερικανική αστυνομία. Η υπηρεσία παρουσιάζεται σαν ένα αρτηριοσκληρωτικό γραφειοκρατικό σύστημα που προσπαθεί να ακολουθήσει τις εξελίξεις. Κάθε νέα πρόταση που κατατίθεται αντιμετωπίζεται με καχυποψία. Οι πράκτορες-ήρωες κινούνται συνέχεια στα όρια της νομιμότητας, αφού δεν μπορούν να έχουν ουσιαστική επικοινωνία με την ηγεσία. Τόσο το FBI, όσο και γενικότερα η αστυνομία παρουσιάζεται ως υπέρμαχος των συντηρητικών αξιών, ένας θεματοφύλακας των παλιών ιδανικών που «εκφυλίζονται» από τους προοδευτικούς της κοινωνίας. Ένας σταθερός και ακλόνητος πυλώνας εξουσίας.
Το ποιο; Πώς να το κάνω αυτό; Τι είναι σωστό και τι είναι λάθος τελικά; Η ομάδα έρευνας βγάζει κάποια συμπεράσματα από τις συνεντεύξεις της με τους serial killers της εποχής εκείνης. Αλλά δεν είναι λίγες οι φορές που οι πρακτικές της δεν υπακούν τους ηθικούς κανόνες. Είναι αρκετές φορές που οι ενδείξεις μετατρέπονται αυθαίρετα σε αποδείξεις. Και ακόμη περισσότερο βλέπουμε ξεκάθαρα ότι οι πράκτορες είναι φορείς μιας εξουσίας που δεν μπορούν να ελέγξουν. Ένα από τα χαρακτηριστικότερα παραδείγματα είναι αυτό του διευθυντή ενός σχολείου που δίνει μερικά σεντς στους μαθητές του για να τους γαργαλίσει τα πόδια. Ο Χόλντεν καταγγέλλει παρατύπως αυτήν την ασυνήθιστη συμπεριφορά ως παρεκκλίνουσα που μπορεί να οδηγήσει σε διάπραξη αδικημάτων (προφανώς το γαργάλημα των ποδιών δεν είναι αδίκημα). Ο διευθυντής απολύεται και μένει άνεργος και στιγματισμένος. Το σενάριο αφήνει σοφά ανοιχτό το θέμα. Έκανε τελικά το σωστό ο Χόλντεν; Υπήρχε ή όχι λόγος για να καταστρέψει την ζωή ενός ανθρώπου; Στη ζωή, όπως και στις δουλειές του Ντέιβιντ Φίντσερ, μην ψάχνεται για ξεκάθαρες απαντήσεις.
Αναμφίβολα ολόκληρη η σεζόν χτίστηκε πάνω στην εύθραυστη προσωπικότητα του πράκτορα Χόλντεν Φορντ. Στο πρώτο κιόλας επεισόδιο βλέπουμε το αποστειρωμένο διαμέρισμά του που μοιάζει με δωμάτιο ξενοδοχείου. Το παρελθόν του είναι άγνωστο. Η εμφάνισή του, ακόμη και εκτός υπηρεσίας, είναι άκαμπτη, φορώντας συνέχεια κουστούμι. Η προσωπικότητα του μοιάζει ευάλωτη. Η σκέψη του, όμως, είναι κοφτερή και αδάμαστη. Ο Χόλντεν είναι ο φορέας του νέου και της εξέλιξης. Είναι ο άνθρωπος του Ορθού Λόγου. Αυτός που προσπαθεί να εκλογικέψει τα πιο άγρια εγκλήματα. Και αυτός είναι που τελικά θα «πέσει» πρώτος..