iselida.gr - Ειδήσεις για την πρώτη σελίδα

Παρασκευή - 29 Μαρτίου 2024

Εθνική Λυρική Σκηνή
80 χρόνια προσφοράς
ύψιστου Πολιτισμού


Η Εθνική Λυρική Σκηνή συμπληρώνει οκτώ δεκαετίες ζωής στις 5/3. Σταχυολογώντας φωτογραφικό υλικό από τον αφιερωματικό τόμο «80 Χρόνια ΕΛΣ 1940-2020», ο Ευτύχης Δ. Χωριατάκης στο athinorama.gr αφηγείται βασικά κεφάλαια της ιστορίας της.

Η Λυρική ιδρύθηκε το 1940 έπειτα από πρωτοβουλία του Κωστή Μπαστιά, διευθυντή γραμμάτων και τεχνών της κυβέρνησης Μεταξά. Αρχικά λειτούργησε ως τμήμα του τότε Βασιλικού Θεάτρου. Οι παραστάσεις δίνονταν στο κτίριο Τσίλερ της οδού Αγίου Κωνσταντίνου. Τα εγκαίνια έγιναν στις 5/3/1940 με την οπερέτα του Γιόχαν Στράους «Νυχτερίδα». Η πρώτη όπερα που παρουσιάστηκε στην Αθήνα ήταν η «Μαντάμα Μπατερφλάι» του Πουτσίνι στις 25/10/1940 (λίγο πριν από την κήρυξη του πολέμου από τους Ιταλούς), παρουσία του γιου του συνθέτη. Βασικό στόχο αποτέλεσε η αξιοκρατική στελέχωση του θιάσου με νέους λυρικούς τραγουδιστές, πέραν του δυναμικού του τότε υφιστάμενου ιδιωτικού Ελληνικού Μελοδράματος. Μετά την έναρξη του πολέμου παραστάσεις φιλοξενήθηκαν στο κινηματοθέατρο Παλλάς, ενώ το καλοκαίρι αξιοποιούνταν υπαίθρια θέατρα στο Πεδίον του Άρεως, στην Πλατεία Κλαυθμώνος αλλά και στο Ηρώδειο.

Την πρώτη μόνιμη στέγη της απέκτησε η –αυτόνομη πλέον θεσμικά– Λυρική το 1944 στο (αρχικό) Θέατρο Ολύμπια επί της οδού Ακαδημίας, το οποίο κατεδαφίστηκε κι έδωσε τη θέση του στο σημερινό το 1958. Εκεί η Λυρική ανέπτυξε σταδιακά θίασο, σύνολα και ρεπερτόριο, δίνοντας κυρίως έμφαση στην ιταλική όπερα. Με ελάχιστες εξαιρέσεις, όλα τα ξένα έργα παίζονταν σε ελληνική μετάφραση μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του ’80. Το Ολύμπια φιλοξένησε παραστάσεις όπερας, χορού αλλά και οπερέτας, ελληνικής και ξένης. Για τη δημοφιλέστατη οπερέτα η Λυρική διέθετε μεταξύ 1949 και 1952 ξεχωριστό θίασο, ο οποίος εμφανιζόταν σε θέατρα στην Πλατεία Συντάγματος και στο Πεδίον του Άρεως. Η Λυρική αποχαιρέτησε το Ολύμπια τον Μάιο του 2017 με τη συναυλιακή παρουσίαση της «Ρέας» του Σαμάρα, έργο με το οποίο είχε εγκαινιαστεί η λειτουργία της εκεί.

Η Λυρική συνδέθηκε στενά με το Φεστιβάλ Αθηνών και το Ηρώδειο ήδη από την έναρξή του το 1955. Πέραν της δυνατότητας παραστάσεων κατά τη θερινή περίοδο, ο μεγάλος σκηνικός χώρος επέτρεπε το ανέβασμα πιο φιλόδοξων παραγωγών από ό,τι στο Ολύμπια. Αυτό αναπόφευκτα συνδέθηκε με τη μετάκληση σημαντικών ονομάτων από το χώρο του τραγουδιού και της σκηνοθεσίας, που συνέβαλε στην παρουσία του θεσμού στον διεθνή λυρικό χάρτη, ενώ οι παραστάσεις δίνονταν στην πρωτότυπη γλώσσα των έργων. Κατά τα τελευταία χρόνια η ΕΛΣ ανοίγει και κλείνει το Φεστιβάλ Αθηνών. Οι συχνά sold out παραστάσεις των δύο καλοκαιρινών παραγωγών τής επιτρέπουν την προσέγγιση ενός ευρύτερου κοινού, ενώ παράλληλα διασφαλίζουν πολύτιμη οικονομική ενίσχυση.

 

Μόλις λίγους μήνες μετά την ίδρυσή της το 1940 η ΕΛΣ προσφέρει στη 17χρονη υψίφωνο Μαριάννα Καλογεροπούλου το πρώτο της επαγγελματικό συμβόλαιο. Για περίπου μία πενταετία θα κάνει εκεί τα πρώτα της σκηνικά βήματα και θα εμπλουτίσει το ρεπερτόριό της, προτού γίνει η θρυλική Μαρία Κάλλας. Με το θεσμό η Κάλλας θα ξανασυνεργαστεί το 1960 και το 1961, σε δύο ιστορικές παραγωγές στο Αρχαίο Θέατρο Επιδαύρου, οπότε κι ερμήνευσε τους πρωταγωνιστικούς ρόλους στη «Νόρμα» του Μπελίνι και τη «Μήδεια» του Κερουμπίνι, αμφότερες σε σκηνοθεσία Μινωτή. Από τη Λυρική –και μάλιστα τη χορωδία της!– ξεκίνησαν και άλλοι μονωδοί με σημαντική διεθνή σταδιοδρομία, όπως οι Κώστας Πασχάλης, Νίκος Ζαχαρίου και Δημήτρης Καβράκος, αλλά και αρκετοί νεότεροι, με προεξάρχοντα τον Τάση Χριστογιαννόπουλο.

Η Λυρική ευτύχησε να έχει κατά καιρούς στο τιμόνι της άξιους διευθυντές: Κωστής Μπαστιάς, Μανώλης Καλομοίρης, Δημήτρης Χωραφάς, Σπύρος Ευαγγελάτος, Λουκάς Καρυτινός, Μύρων Μιχαηλίδης κ.ά. Ιδιαίτερο αποτύπωμα άφησε όμως και η βραχύβια θητεία (2006-7) του διεθνούς φήμης σκηνογράφου Στέφανου Λαζαρίδη. Εν μέσω σφοδρών αντιδράσεων, διεύρυνε το χώρο της ορχηστρικής τάφρου για να διευκολύνεται η απόδοση μεγαλύτερης γκάμας έργων και σταμάτησε τη χρήση ηχογραφημένης μουσικής για τις παραστάσεις μπαλέτου. Ανανέωση ρεπερτορίου και σκηνικής εικόνας, μετάκληση σημαντικών σκηνοθετών και ανερχόμενων ξένων μονωδών έφεραν, έστω και πρόσκαιρα, φρέσκο αέρα… Λίγο νωρίτερα τα εγκαίνια (2005) της αίθουσας «Αλεξάνδρα Τριάντη» στο Μέγαρο Μουσικής έδωσαν αφορμή για συνεργασία των δύο θεσμών. Οι υψηλού επιπέδου σκηνικές προδιαγραφές της μεγάλης αίθουσας επέτρεπαν στη Λυρική να παρουσιάζει εκεί ετησίως –μέχρι το 2017– δύο παραγωγές σημαντικής εμβέλειας.

Μια νέα εποχή ξεκινά το 2017 για την ΕΛΣ με τη μετακόμισή της στο Κέντρο Πολιτισμού - Ίδρυμα «Σταύρος Νιάρχος». Οι υπερσύγχρονες εγκαταστάσεις σε συνδυασμό με τη γενναία οικονομική επιχορήγηση του ιδρύματος επιτρέπουν ποιότητα δουλειάς και πολυσχιδείς δράσεις υψηλότερου επιπέδου. Πληθώρα παραγωγών και αναθέσεις σε Έλληνες δημιουργούς αποτελούν σταθερά, τόσο στην Κεντρική όσο και στην ανήσυχη Εναλλακτική Σκηνή, βήμα για κάθε μορφής μουσικό θέατρο. Στοχεύοντας σε μεγαλύτερη εξωστρέφεια κι έγκυρο διεθνές αποτύπωμα, ο καλλιτεχνικός διευθυντής Γιώργος Κουμεντάκης επιχειρεί ανοίγματα στο ρεπερτόριο του μουσικού μοντερνισμού και στις παραστατικές τέχνες, προσελκύει σπουδαία ονόματα ακμαίων τραγουδιστών και καλλιτεχνών, επιδιώκει συνεργασίες με κορυφαίες σκηνές του εξωτερικού. Η μεγάλη ανταπόκριση του κοινού επικυρώνει τον κυρίαρχο ρόλο της Λυρικής στα μουσικά πράγματα της χώρας.

Αναπόσπαστο τμήμα της Λυρικής από την ίδρυσή της, το μπαλέτο καθοδηγήθηκε από καταξιωμένους Έλληνες (Μέτσης, Ντε Πιάν, Πέτροβα, Ρήγος) και ξένους (Μάχοφ, Σίμουρ, Μουχαμέντοφ, Τζανέλα) διευθυντές. Μέχρι το 1983 όμως, οπότε και παρουσιάστηκε για πρώτη φορά ένα πλήρες ρομαντικό μπαλέτο ρεπερτορίου («Ζιζέλ»), το δραματολόγιο περιοριζόταν σε αποσπάσματα κλασικών έργων ή σύντομα σύγχρονα χοροδράματα. Η συνεργασία με σημαντικούς ξένους χορογράφους και το ανέβασμα βασικών έργων στο Ηρώδειο και το Μέγαρο Μουσικής επέτρεψαν στο μπαλέτο να κάνει αξιόλογα βήματα προόδου.

ΦΩΤΟ ρετρό στην οδό Ακαδημίας