iselida.gr - Ειδήσεις για την πρώτη σελίδα

Σάββατο - 04 Μαΐου 2024

Ο Άγης Παπαγεωργίου
για την
Κάμαλα Χάρις


Mετά από μια μακροσκελή διαδικασία που τράβηξε αρκετά περισσότερο απ’ όσο συνηθίζεται, ο Τζο Μπάιντεν ανακοίνωσε πως επέλεξε την Κάμαλα Χάρις ως υποψήφια Αντιπρόεδρο του.

Η Καλιφορνέζα Γερουσιαστής ήταν το ξεκάθαρο φαβορί εδώ και καιρό, όμως ο Μπάιντεν προτίμησε να μη βιαστεί και να εξετάσει όλες τις επιλογές του—χωρίς όμως να κάνει την έκπληξη.

Μετά την επισημοποίηση της υποψηφιότητας της, η Χάρις θα αποτελέσει την τρίτη γυναίκα που διεκδικεί την Αντιπροεδρία—αλλά και την πρώτη έγχρωμη—μετά την Τζεραλντίν Φεράρο το 1984 αλλά και την αξέχαστη Σάρα Πέιλιν το 2008. Σε αντίθεση όμως με τους Γουόλτερ Μοντέιλ και Τζον Μακέιν, ο Μπάιντεν δείχνει ικανός να κερδίσει την Προεδρία και να δώσει στη Χάρις την ευκαιρία να γράψει ιστορία ως η πρώτη γυναίκα Αντιπρόεδρος των ΗΠΑ.
Η Κάμαλα Χάρις γεννήθηκε στην Καλιφόρνια το 1964 από γονείς μετανάστες, κάτι που της έδωσε αυτόματα την Αμερικανική υπηκοότητα. Η πενηνταπεντάχρονη Γερουσιαστής έχει καταβολές από την Ινδία, λόγω της μητέρας της, αλλά και από τη Τζαμάικα, λόγω του πατέρα της, ενώ και οι δύο γονείς της μετανάστευσαν στις ΗΠΑ στα πλαίσια των διδακτορικών τους σπουδών. Παρά τις πολύ ιδιαίτερες εθνικές της καταβολές, η ίδια παραμένει προσεκτική στον αυτοπροσδιορισμό της δηλώνοντας πως είναι «μαύρη Αμερικανή» καθώς η οικογένεια της δεν έχει τα συνηθισμένα χαρακτηριστικά των περισσότερων αφροαμερικανών οικογενειών. 

Η Χάρις σπούδασε πολιτική επιστήμη και οικονομικά στο Πανεπιστήμιο Χάουαρντ ενώ επέστρεψε στο Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνια του Σαν Φρανσίσκο όπου τελείωσε τη νομική. Ξεκίνησε τη δικαστική της καριέρα της στην κομητεία της Αλαμέδα, ενώ το 2004 εκλέχθηκε εισαγγελέας του Σαν Φρανσίσκο. Το 2011 εκλέχθηκε Εισαγγελέας της Καλιφόρνια και από το 2017 υπηρετεί στη Γερουσία. Η επιλογή της ως υποψήφια Αντιπρόεδρος τη βρίσκει στην ηλικία των πενήντα-πέντε και βασίζεται σε μια καριέρα πλούσια σε επιτεύγματα αλλά και έντονη πολιτική φιλοδοξία. Άλλωστε, φήμες θέλουν τη Χάρις να πίεσε—εμμέσως μεν, αλλά αρκετά—ώστε να αποτελέσει εκείνη την επιλογή του Μπάιντεν. Συμπωματικά, η Χάρις είχε συνεργαστεί στενά με τον γιο του Μπάιντεν, Μπο, όταν εκείνος ήταν Εισαγγελέας του Ντέλαγουερ πριν αρρωστήσει, κάτι που σύμφωνα με τον υποψήφιο των Δημοκρατικών έπαιξε ρόλο στην επιλογή του καθώς γνώριζε τόσο τις απόψεις της όσο και τον τρόπο που λειτουργεί ως συνεργάτης.

Η αλήθεια είναι πως η Χάρις δεν έχει πίσω της ιδιαίτερο πολιτικό έργο, καθώς δεν έχει καν ολοκληρώσει την πρώτη της θητεία στη Γερουσία. Παρόλα αυτά, ως μέλος σημαντικών επιτροπών έχει πιέσει σημαντικά την κυβέρνηση, με καλύτερο παράδειγμα τη σκληρή στάση που κράτησε απέναντι στον υποψήφιο—με τις ευλογίες του Τραμπ—Ανώτατο Δικαστή, Μπρετ Κάβανο. Μέσα σε τρία μόλις χρόνια, η Χάρις κατάφερε να κάνει αρκετή φασαρία γύρω από το όνομα της, σε σημείο που στις αρχές του 2019 αποφάσισε να διεκδικήσει το χρίσμα του Δημοκρατικού κόμματος για τις εκλογές του Νοεμβρίου. Μάλιστα, στα πρώτα εσωκομματικά ντιμπέιτ επιτέθηκε επανειλημμένα στον Τζο Μπάιντεν, χωρίς όμως να καταφέρει να αυξήσει σημαντικά τα ποσοστά της. 

Με την κυβέρνηση Τραμπ να δίνει συνεχώς περισσότερη έμφαση στην αυστηροποίηση του δικαστικού πλαισίου, αλλά και τους Δημοκρατικούς να εστιάζουν στην αντιμετώπιση ακριβώς αυτής της πολιτικής, το δικαστικό παρελθόν της μετριοπαθούς Χάρις άρχισε να αποτελεί πρόβλημα για την υποψηφιότητα της—με την προοδευτική πλευρά του κόμματος να φωνάζει πως «η Χάρις είναι μπάτσος» παρά τον αυτοπροσδιορισμό της ως «προοδευτική εισαγγελέας». Όμως, πέρα από αυτές τις υστερικές κατηγορίες, η Χάρις δεν είχε σημαντικές ελπίδες να κερδίσει το χρίσμα κυρίως λόγω της σχετικά περιορισμένης αναγνωρισιμότητας της, τη στιγμή που τον κεντρώο χώρο εκπροσωπούσε ο Τζο Μπάιντεν, ως ο πλέον αναγνωρίσιμος ενεργός Δημοκρατικός πολιτικός. Παρά την εσωκομματική τους κόντρα, η Χάρις ανακοίνωσε τη στήριξη της στον πρώην Αντιπρόεδρο μόλις παραιτήθηκε από την κούρσα, βάζοντας έμμεσα υποψηφιότητα για την Αντιπροεδρεία, με τον Μπάιντεν να δηλώνει πρόσφατα πως οι διαφωνίες τους ήταν καθαρά πολιτικές, υποβιβάζοντας τη σημασία τους. Ουσιαστικά, η Χάρις κατάφερε να αναδειχθεί εσωκομματικά, επισκιάζοντας άλλες καλές επιλογές όπως η πρώην πρέσβης στον ΟΗΕ, Σούζαν Ράις αλλά και η Γερουσιαστής από τη Μασαχουσέτη, Ελίζαμπεθ Γουόρεν.

Η καμπάνια του Ντόναλντ Τραμπ θα προτιμούσε να έχει απέναντι της τη Σούζαν Ράις—η οποία αποτελούσε την εναλλακτική επιλογή του Μπάιντεν—καθώς θα μπορούσε να τη συνδέσει με τη διακυβέρνηση Ομπάμα και την καταστροφή του τρομοκρατικού χτυπήματος στη Βεγγάζη το 2012. Αντίθετα, η Χάρις αποτελεί πρόβλημα για τους συμβούλους του Τραμπ, καθώς δεν ξέρουν πώς ακριβώς να της επιτεθούν. Στην πρώτη αντίδραση τους την κατηγορούν πως είναι εκπρόσωπος της ακροαριστερής φράξιας των Δημοκρατικών—κάτι που δεν ισχύει σε καμία περίπτωση—ενώ θεωρούν πως ο Μπάιντεν ουσιαστικά θέλει να της δώσει το προβάδισμα ώστε να αναλάβει εκείνη το 2024. Πάντως, ο νυν Αντιπρόεδρος—άχρωμος, άοσμος και εκκωφαντικά ήσυχος—Μάικ Πενς εμφανίστηκε πιο μαζεμένος απέναντι στην παθιασμένη αντίπαλο του, καλωσορίζοντας την στην κούρσα και δηλώνοντας απλώς πως περιμένει να την αντιμετωπίσει στο ντιμπέητ των Αντιπροέδρων τον Οκτώβριο στο Σολτ Λέικ Σίτι—που συνήθως δεν έχει απολύτως καμία σημασία στο αποτέλεσμα του Νοεμβρίου.

Στην πρώτη διαφήμιση εναντίον της, η καμπάνια του Τραμπ εστιάζει στο γεγονός πως οι Δημοκρατικοί ψηφοφόροι καταψήφισαν τη Χάρις στην εσωκομματική διαδικασία—κάτι που είναι όμως απλώς λογικοφανές, καθώς ο ίδιος ο Τραμπ δεν έδειξε την ίδια δημοκρατική ευθιξία όταν κέρδισε την Προεδρία με τρία εκατομμύρια λιγότερες ψήφους από την Κλίντον. Πάντως ο Τραμπ σίγουρα θα επιτεθεί συνδυαστικά στον συνδυασμό Μπάιντεν-Χάρις, αποκαλώντας τους εκπροσώπους της «ελίτ των ακτών» με στόχο να προσελκύσει ξανά τους ψηφοφόρους των μέσο-δυτικών πολιτειών της «ζώνης της σκουριάς» οι οποίοι του έδωσαν τη νίκη το 2016—λες και εκείνος δεν προέρχεται από την αμετροεπή πλευρά της Νέας Υόρκης και της Φλόριντα, αλλά από τα εργοστάσια του Ντιτρόιτ και τις φάρμες του Οχάιο.

Με τα δεδομένα της φετινής κούρσας, η Χάρις είναι μια καλή επιλογή για τον Τζο Μπάιντεν—από τη στιγμή που ο ίδιος είχε δεσμευτεί να επιλέξει γυναίκα συνυποψήφια. Σε κάποιον ουδέτερο πολιτικό χρόνο ο Μπάιντεν πιθανώς να μην την επέλεγε καθώς η εμπειρία της Σούζαν Ράις ή—κυρίως—η πολιτική ταυτότητα της Ελίζαμπεθ Γουόρεν θα είχαν πολύ περισσότερο νόημα τόσο στα πλαίσια της κούρσας για τον Λευκό Οίκο, όσο και στη μετέπειτα διακυβέρνηση μετά το χάος της περιόδου Τραμπ. Όμως, η δολοφονία του Τζορτζ Φλόιντ δημιούργησε εξωφρενική πίεση στον Μπάιντεν ώστε να επιλέξει κάποια εκπρόσωπο των έγχρωμων μειονοτήτων, σε έναν χώρο που η Χάρις κυριαρχούσε απέναντι σε όλες τις υπόλοιπες υποψήφιες. 

Σε κάθε περίπτωση, η Χάρις μπορεί να προσφέρει σημαντικά καθώς έχει τη δυνατότητα και την τεχνογνωσία να τρέξει μια εκστρατεία, απολαμβάνει την αμέριστη στήριξη των αφροαμερικανών ψηφοφόρων ενώ δίνει στον Μπάιντεν αυτό που του λείπει περισσότερο: ενέργεια και πάθος. Ο εβδομηνταοχτάχρονος Μπάιντεν έχει δηλώσει πως θα διεκδικήσει μόνο μία θητεία λόγω της ηλικίας του και η ηλικιακή διαφορά του με τη Χάρις αντισταθμίζει το μεγαλύτερο μειονέκτημα του—ενώ και η ίδια θα μπορέσει να διεκδικήσει την Προεδρεία πριν κλείσει τα εξήντα.

Το ζητούμενο όμως είναι αν θα λειτουργήσουν αποτελεσματικά ως δίδυμο στη διακυβέρνηση της χώρας—εφόσον κερδίσουν. Η περιοριστική φύση της Αντιπροεδρίας είναι ασυμβίβαστη με την προσωπική φιλοδοξία της Χάρις ενώ ακόμα και αν ο Μπάιντεν της δώσει περισσότερες ευθύνες απ’ όσες προβλέπονται συνταγματικά—όπως έκανε και ο Ομπάμα με τον ίδιο—μένει να φανεί αν θα κρατηθούν οι ισορροπίες ανάμεσα τους, καθώς αρκετοί Δημοκρατικοί φοβούνται πως η Χάρις θα προσπαθήσει να εκμεταλλευτεί τη θέση της ώστε να αυξήσει το προβάδισμα της για την επόμενη Προεδρική εκλογή. 

Το σημαντικότερο ερώτημα για τους Δημοκρατικούς είναι κατά πόσο η Χάρις θα βοηθήσει στην πτώση του Ντόναλντ Τραμπ. Σε αυτά τα πλαίσια, η Γερουσιαστής θα συσπειρώσει τη βάση, κατευνάζοντας τους υπέρμαχους της πολιτικής ταυτοτήτων και επιχειρώντας ένα άνοιγμα στους περισσότερο προοδευτικούς ψηφοφόρους—οι οποίοι βέβαια έχουν κάνει τη διαμαρτυρία επάγγελμα. Παρόλα αυτά, δε γίνεται να μην αναλογιστούμε πως αν η Χάρις ήταν λευκή, πιθανότατα δε θα αποτελούσε εκείνη την επιλογή του Τζο Μπάιντεν, κάτι που είναι ενδεικτικό των εσωτερικών ιδεολογικών διχασμών των Δημοκρατικών. 

Το στοίχημα για την κοινή τους πλέον καμπάνια είναι να πείσουν πως η Χάρις θα είναι μια ιδανική Αντιπρόεδρος όχι λόγω του χρώματος του δέρματός της, αλλά λόγω της επαγγελματικής και πολιτικής της ταυτότητας, κάτι που θα βοηθήσει τους Δημοκρατικούς να ξεφύγουν σταδιακά από τη μέγγενη της πολιτικής ορθότητας και να πείσουν τους κεντρώους και τους μετριοπαθείς συντηρητικούς ψηφοφόρους να τους επιλέξουν έναντι του Ρεπουμπλικανικού κόμματος του Ντόναλντ Τραμπ. Πριν λίγους μήνες, ο Μπάιντεν είχε πει πως το βασικό κριτήριο θα ήταν η ιδεολογική συγγένεια του με την συνυποψήφια του. Σε μεγάλο βαθμό το πέτυχε και καλείται πλέον να αποδείξει πως αυτό είναι που έχει πραγματική σημασία.

Πηγή: athensvoice.gr