iselida.gr - Ειδήσεις για την πρώτη σελίδα

Σάββατο - 04 Μαΐου 2024

Ο Χρήστος Χωμενίδης
για την αξία
της σημερινής ψήφου


Φαντασθείτε τον εαυτό σας σε μια εργασία με σύμβαση ορισμένου χρόνου, που για να ανανεωθεί πρέπει να συμφωνήσουν μερικές χιλιάδες άνθρωποι.
Οι οποίοι σάς κρίνουν με τα δικά του ο καθένας μέτρα και σταθμά και είτε σας κρατούν στη θέση σας είτε σας στέλνουν στα αζήτητα. Όσο συναρπαστική, όσο καλοπληρωμένη και αν ήταν μία τέτοια δουλειά, θα τη διαλέγατε ποτέ;
Ακολουθώ έναν υποψήφιο βουλευτή. Κοντεύει μεσημέρι. Εδώ και τρεις ώρες αλωνίζουμε την περιφέρειά του. Έχουμε πάει σε νηπιαγωγείο, σε κέντρο υγείας, σε λαϊκή αγορά, έχουμε συναντηθεί με έναν μεγαλοσυνδικαλιστή και με έναν δεσπότη – «πώς τον προσφωνούμε τον παπά;» αναρωτήθηκε ο υποψήφιος πριν μπει στη Μητρόπολη, «Σεβασμιότατο» το γκούγκλαρα. Έλαβε την ευχή, μαζί με ένα σταυρουδάκι και κάτι εικονίτσες σουβενίρ. Εγώ περίμενα στο χωλ, με κέρασαν λουκούμι.
Μπαίνουμε στο αυτοκίνητο, που το οδηγεί ο αστυνομικός-προσωπικός βοηθός του, ο Σάντσο Πάντσα του θα έλεγα εάν έβλεπα τον υποψήφιο σαν Δον Κιχώτη. Ρίχνει τα δώρα του δεσπότη στο πίσω κάθισμα, πλάι μου. Βάζουμε πλώρη για ένα ΚΑΠΗ. «Οι πιο πολλοί εκεί είναι Μικρασιάτες – με συμπαθούν λόγω κοινής καταγωγής!» Κοιτάει το πρόσωπό του στον καθρέφτη του συνοδηγού, σκουπίζει με ένα μωρομάντηλο τα κραγιόν που τού άφησαν κάτι πολύ εκδηλωτικές κυρίες στη λαϊκή, ανάβει τσιγάρο –«μην σου ξεφύγει πως καπνίζω!» μου λέει. Και ξαναπιάνει το κινητό του.
Εάν κρίνω από τον αριθμό των συνδιαλέξεων όσο βρισκόμαστε μαζί, συνολικά μέσα στην ημέρα πρέπει να μιλάει με περισσότερα από τριακόσια, ίσως και με πεντακόσια άτομα. Δεν τους οχλεί κατά κανόνα ο ίδιος, εκείνοι τον καλούν. Το ύφος του με όποιον και να συνδιαλέγεται είναι εξίσου εγκάρδιο, ενθουσιώδες σχεδόν. Οι φράσεις του πανομοιότυπες. «Πάμε πολύ καλά! Θα κάνουμε την έκπληξη! Έχουμε μπει στην τελική ευθεία! Από εσάς εξαρτάται! Καλόν αγώνα!» Ο τόνος του μονάχα αλλάζει. Στους άντρες απευθύνεται σαν παλιόφιλος, σαν καρντάσης. Στις γυναίκες γίνεται κάπως -για τα γούστα μου- γλυκερός. Αίφνης η ένταση της φωνής του ανεβαίνει κατακόρυφα. Τον έχει πάρει κάποιος βαρήκοος, αναγκάζεται να ουρλιάζει. «Πόσα ψηφοδέλτια θες;» «…» «Τι να τα κάνεις τόσα πολλά;» «…» «Στο καφενείο έχουμε μοιράσει ήδη εμείς!» «…» «Λοιπόν θα σού στείλω εκατό, να δώσεις τα μισά στα συμπεθέρια σου! Άντε, καλόν αγώνα!»
«Έχω τυπώσει, στο τυπογραφείο του κόμματος, πενήντα χιλιάδες ψηφοδέλτια, μια βδομάδα τα σταύρωναν οι δικοί μου, να δεις που τελικά δεν θα μού φτάσουν…» «Από όσα μοιράζεις, πόσα καταλήγουν στην κάλπη;» «Ένα δέκα τοις εκατό μάξιμουμ. Στην πίσω όψη των υπόλοιπων θα γράφουν για πολλούς μήνες μετά τις εκλογές τα ψώνια τους στο σούπερ-μάρκετ. Δεν βαριέσαι, αφού τα ζητούν, τους τα δίνουμε. Κι ας τα πληρώνουμε από την τσέπη μας…»
«Έχεις κοστολογήσει την εκστρατεία σου;» τον ρωτάω ευθέως. «Σου το ορκίζομαι, αδελφέ» -το «αδελφέ» το έχει για ψωμοτύρι- «ότι δεν θα ξοδέψω πάνω από δέκα χιλιάδες ευρώ. Τα υπόλοιπα, κι αν τα’χα ακόμα, θα ήταν πεταμένα λεφτά.» «Ένας γνωστός μου που αναλαμβάνει επαγγελματικά υποψηφίους, ανεβάζει το κόστος για την περιφέρειά σου στα εκατό χιλιάρικα…» ενίσταμαι. «Τρίχες! Τρώει τα λεφτά των αφελών! Τι τους προσφέρει ακριβώς; Σποτάκια τους γυρίζει, για να τα ανεβάσουν στο διαδίκτυο, να τα πάρει το luben.tv και να γελάει ο κόσμος μαζί τους; Χαρτζηλικώνει κάτω από το τραπέζι ραδιοφωνατζήδες, τηλεορατζήδες, για να τους βγάλουν για λίγο στις εκπομπές τους; Ποιο το όφελος; Σε μισή ώρα το κοινό θα τους έχει ξεχάσει.» «Εάν όμως σε καλούν κάθε μέρα στα κανάλια;» «Για να συμβαίνει κάτι τέτοιο πρέπει να είσαι ήδη φίρμα. Οπότε όσο τους έχεις εσύ ανάγκη, άλλο τόσο σε έχουν κι εκείνοι.»
«Κάπως ξεκινάει ωστόσο κανείς στην πολιτική. Κάπως τον μαθαίνουν…» «Ή είσαι γόνος, οπότε πας με το όνομα, επωμιζόμενος το ψυχολογικό κόστος να σε συγκρίνουν διαρκώς με τον μπαμπά σου ή με τον παππού σου. Ή προϊόν κομματικού σωλήνα και σε πριμοδοτεί ο μηχανισμός. Ή αναγνωρίσιμος, διάσημος, από άλλο τομέα. Η φάτσα σου πάντως, ακόμα και την πιο ωραία φάτσα να έχεις, δεν θα σε βγάλει βουλευτή. Ούτε οι ατάκες σου – τα ίδια πάνω-κάτω λέμε όλοι… Το ζήτημα είναι να βρουν οι ψηφοφόροι σημεία ταύτισης μαζί σου. Παλιότερα οι γυναίκες είχαν ένα πριμ επειδή ήταν στα ψηφοδέλτια λίγες – “να σταυρώσουμε και μια γυναίκα” έλεγαν… Σήμερα πλέον, με την ποσόστωση, δεν κάνει διαφορά. Σήμερα πρέπει να εναγκαλιστείς συγκεκριμένες κοινωνικές μερίδες. Θες τους Λοάτκι; Θες όσους είναι εναντίον των μεταναστών; Εάν έχει πολλούς κυνηγούς η περιφέρειά σου, υποσχέσου τους ότι θα καταργήσεις τον νόμο που στειρώνει τα σκυλιά!»
«Ή κάνε πολλά ρουσφέτια» συμπληρώνω. «Με το Ασέπ τι ρουσφέτια, αδελφέ; Πόσους να χώσεις σε δουλειά από τα παραθυράκια; Εντάξει, όλο και μεταθέτεις κανέναν φαντάρο. Παίρνεις κάνα γιατρό και τον παρακαλείς να προσέξει τον δικό σου ασθενή. Τρέχεις μερικές άδειες, κάποιους φακέλους στην πολεοδομία…» «Στον ιδιωτικό τομέα;» επιμένω. «Δεν έχεις δεσμούς με επιχειρηματίες που να προσλαμβάνουν ψηφοφόρους σου;» «Μπα, λίγα πράγματα… Και παρακατιανά εντελώς. Άντε να σου κάνει το χατίρι ο φίλος σου ο εργοδότης να πάρει ένα δικό σου παιδί ως βοηθό αποθηκάριου… Σε τόσο χαμηλό επίπεδο, δεν αξίζει καν η υποχρέωση… Κοίτα, άμα έχεις πολλά λεφτά -πολλά λεφτά όμως- μπορείς να αγοράσεις την έδρα σου. Υπήρχε περίπτωση που σάρωνε, πρώτευε κάθε φορά, όντας εντελώς βουβό πρόσωπο, πολιτικά και κοινωνικά. Έριχνε απλώς σε κάθε προεκλογική περίοδο ένα εκατομμύριο ευρώ. Πλήρωνε -σου το ορκίζομαι- τους λογαριασμούς της ΔΕΗ των ψηφοφόρων. Μαζικά!» «Εάν εξοφλήσεις τον λογαρισμό του, είσαι απολύτως σίγουρος ότι ο ψηφοφόρος θα σε σταυρώσει;» «Ένα στοιχειώδες φιλότιμο το έχουν…»
Ξεμπερδεύουμε σε είκοσι λεπτά από το ΚΑΠΗ, κατευθυνόμαστε τώρα σε ένα διαδικτυακό κανάλι. Ο υποψήφιος διαβάζει διαγωνίως κάτι σημειώματα από το κόμμα του, ενημερώνεται, κοινώς παίρνει γραμμή. Δεν το χρειάζεται. Ο βασικός ισχυρισμός της Νέας Δημοκρατίας είναι ένας: «η Ελλάδα πλέει πλεισίστια προς τον παράδεισο!» Ο Σύριζα, από την άλλη, περιγράφει την καθημερινότητα ζοφερή, σαν κόλαση επί της γης. Οι Πασοκτζήδες κάνουν ακροβατικές ασκήσεις, ιδρώνουν να ισορροπήσουν στο «ναι μεν, αλλά». Ενώ το ΚΚΕ επενδύει με λόγια τη σηκωμένη του γροθιά.
Εκείνο που πάντα με εντυπωσιάζει στους πολιτικούς είναι οι θερμότατες μεταξύ τους σχέσεις όταν δεν τους βλέπουν οι πολίτες. Αγκαλιές, φιλιά, αστεία, ευχές για επιτυχία… Αρκεί να ανήκουν σε διαφορετική παράταξη. Το αλληλοφάγωμα, οι τρικλοποδιές, οι υπόγειες συκοφαντίες συμβαίνουν ανάμεσα σε όσους στεγάζονται στο ίδιο ψηφοδέλτιο. Οι βουλευτικές εκλογές αποτελούν κατά μείζονα λόγο τον πόλεμο του σταυρού. Ο οποίος είναι εμφύλιος.
Καθένας έχει πλάσει την περσόνα του. Όσο πιο διακριτή, όσο πιο έντονη τόσο καλύτερα, αρκεί να μην μπατάρει προς το γραφικό. Στην τηλεμαχία που παρακολουθώ διά ζώσης, πίσω από τις κάμερες, ο Συριζαίος εμφανίζεται ως καλό παιδί, τύπος της διπλανής πόρτας. Με πλατύ χαμόγελο, τσαλακωμένο σακκάκι, κοιλίτσα… Ο Νεοδημοκράτης αντιθέτως είναι φιγούρα πατριαρχική, αρσενικό παλαιάς κοπής, που θα κρατήσει το τιμόνι σταθερά μα πιθανόν και να σου τις βρέξει άμα ανοητεύεις. Έτσι κερδίζεις τη λαϊκή δεξιά.
Ο Συριζαίος, μεταφορικά μιλώντας, υποκλίνεται στον κόσμο του. Τους προσφωνεί ενίοτε συντρόφους, υπενθυμίζει με κάθε ευκαιρία ότι από τη μηνιαία βουλευτική αποζημίωση δίνει δύο χιλιάρικα στο κόμμα. Ο Νεοδημοκράτης χαιρετάει ηγετικά, τους χτυπάει στην πλάτη, υπόσχεται δυναμικές ενέργειες και άμεσες λύσεις. Μια συντεχνία εμπόρων περιμένει μήνες τώρα μια κρατική αποζημίωση. Ο Νεοδημοκράτης καλεί μπροστά τους τον αρμόδιο υπουργό, πετάει δύο χριστοπαναγίες, «άντε μπράβο…» υπομειδιά και κλείνει το τηλέφωνο. «Μέχρι το απόγευμα τα λεφτά σας θα έχουν μπει στην τράπεζα» τους ανακοινώνει. Η φάση πιθανότατα είναι στημένη. Οι έμποροι πάντως τον ευγνωμονούν, η δουλειά τους έχει γίνει, εκείνο μετράει.
Ο Συριζαίος μετακινείται με ένα μικρό αυτοκίνητο, παρόμοιο με των ψηφοφόρων του. Ο Νεοδημοκράτης έχει τζιπ και συνοδευτικό. Ίσως τα φαινόμενα να απατούν, σκέφτομαι. Ίσως εάν έβλεπες τους λογαριασμούς τους στην τράπεζα, ο έσχατος να γινόταν πρώτος - στον καπιταλισμό ζούμε, τι και αν είμαστε αριστεροί;
Στις βραδυνές συνεστιάσεις, με τις οποίες ολοκληρώνει ο κάθε υποψήφιος την εργάσιμη μέρα του, χορταίνει το μάτι του παρατηρητή των ανθρώπινων ηθών και συμπεριφορών. Οι Συριζαίοι μαζεύονται σε κουτούκια, ακόμα και σε καφετέριες, παραγγέλνουν πίτσες και μπύρες, έχουν πλαστικά πιάτα και ποτήρια, το ηχοσύστημα παίζει Αγγελάκα και Θανάση Παπακωνσταντίνου. Οι Νεοδημοκράτες σε κοσμικές ταβέρνες με κοστούμια και γραββάτες, οι κυρίες τους με μαλλί κομμωτηρίου, τα σερβίτσια πορσελάνινα, τα μάγουλα καλοξυρισμένα.
Υπάρχει άρα ταξικό χάσμα; Οι μεν όντως ζορίζονται για να βγάλουν τον μήνα ενώ οι δε νοιώθουν ήδη στο πορτοφόλι τους την οικονομική ανάκαμψη της χώρας; Υπάρχουν δυό Ελλάδες που ο αριθμητικός συσχετισμός ανάμεσά τους θα αποτυπωθεί στα αποτελέσματα των εκλογών;
Δεν νομίζω ότι τα πράγματα είναι τόσο σχηματικά. Θα έλεγα ότι από τη μία έχουμε εκείνους που προσδοκούν να προκόψουν -ή να προκόψουν ακόμα περισσότερο- με όχημα την κοινωνική κινητικότητα. Και από την άλλη όσους στραβοκοιτάζουν την ανάπτυξη που επαγγέλλεται η κυβέρνηση Μητσοτάκη. Αμφιβάλλουν. Υποψιάζονται αν μη τι άλλο πως δεν πρόκειται να τους συμπεριλάβει, ότι ακόμα και αν οι αριθμοί ευημερούν, οι ίδιοι θα παραμένουν στάσιμοι, θα αποκλείονται βαθμηδόν, θα καταντούν παρίες. Αυτόν τον φόβο προσπαθεί να διασκεδάσει η Νέα Δημοκρατία. Αυτόν υποδαυλίζει ο Σύριζα για να τον εισπράξει σε ψήφους.
Στο μεταξύ, οι υποψήφιοι έχουν τον δικό τους νταλκά. «Ραντεβού την Κυριακή στα εκλογικά τμήματα!» λένε κλείνοντας τις ομιλίες τους. «Αν θέλεις» μου εξηγούν και οι δύο «να μη σε κλέψουν οι ανθυποψήφιοι σου, πρέπει να έχεις δικούς σου άνθρωπους πάνω από όλες τις κάλπες. Και νομικό επιτελείο, δικηγόρους έτοιμους να κάνουν ενστάσεις…»
Θα μπαίνατε σε μια τέτοια διαδικασία; Θα θέτατε την προσωπικότητα, το ήθος, την εργατικότητά σας στην κρίση του κάθε συμπολίτη σας; Θα συμμετείχατε στην ιδιότυπη αυτή πασαρέλα, με το χαμόγελο στα χείλη, με τη ζεστή κουβέντα, την επιδεικτική οικειότητα, ακόμα και απέναντι σε ανθρώπους που σας είναι εντελώς αδιάφοροι ή ακόμα και αντιπαθείς;
Τους υποψήφιους αυτό τούς τρέφει. Ανακουφίζει προφανώς την ψυχή σου η αίσθηση ότι κάπου ανήκεις, πως έχεις μια αποστολή, ότι ηγείσαι, γίνεσαι μπροστάρης, σε μικρές και σε μεγάλες μάχες. Απλοποιεί τον γρίφο της ζωής να μετράς το εκτόπισμα, την αξία σου με σταυρωμένα ψηφοδέλτια.
ΠΗΓΗ Εφημερίδα Τα Νέα