Όχι άλλη μια σελίδα στο διαδίκτυο, αλλά η iselida.gr
info@iselida.gr
Τη φοροκαταιγίδα που έφερε η οκταετής κρίσης αλλά και τα πενιχρά αποτελέσματα που έδωσαν οι εξουθενωτικοί φόροι στα δημόσια έσοδα αναλύει η τελευταία έρευνα της ΔιαΝΕΟσις και του ΙΟΒΕ.
Στην έρευνα που χαρτογραφούνται τα προβλήματα του ελληνικού φορολογικού συστήματος επισημαίνεται από το 2008-2016 οι έκτακτοι άμεσοι φόροι αυξήθηκαν κατά 94%, τα έσοδα από φόρους στην περιουσία επταπλασιάστηκαν ενώ στην παραγωγή το 2015 έφτασαν στο 16,1% του ΑΕΠ από 12,7%.
Επιπλέον είναι τρίτη στη λίστα με τα κράτη - μέλη της ΕΕ με τις υψηλότερες ασφαλιστικές εισφορές και μια από τις χώρες με τους υψηλότερους φορολογικούς συντελεστές.
Το σύστημα διευκολύνει τη φοροδιαφυγή
Το σύστημα φορολογίας εισοδήματος της Ελλάδας είναι άδικο και αναποτελεσματικό, ενώ αποτελεί σημαντικό εμπόδιο για την επιχειρηματικότητα και αποτυγχάνει να αντιμετωπίσει τις φορολογικές ανισότητες. Παράλληλα είναι υπερβολικά περίπλοκο, αλλάζει πολύ συχνά και είναι φτιαγμένο με τρόπο που διευκολύνει τη φοροδιαφυγή.
Το διάστημα 2008 - 2016, το ΑΕΠ της χώρας μειώθηκε κατά 27%, ενώ τα φορολογικά έσοδα του κράτους μειώθηκαν μόνο κατά 7%. Ο λόγος είναι απλός: Η φορολογία αυξήθηκε δραματικά υποστηρίζουν οι ερευνητές.
Η εικόνα σήμερα
Την ίδια ώρα σύμφωνα με την έρευνα:
Τελευταία στην εισπραξιμότητα ληξιπρόθεσμων οφειλών
Η Ελλάδα είναι η τελευταία ανάμεσα σε όλες τις χώρες του ΟΟΣΑ στην εισπαραξιμότητα ληξιπρόθεσμων οφειλών και 335 εκατ. ευρώ δηλαδή το 12,6% των εσόδων του κράτους από τη φορολογία εισοδήματος νομικών προσώπων, υπολογίστηκε ότι είναι το έμμεσο κόστος συμμόρφωσης για τις επιχειρήσεις το 2013.
Σημαντικά υψηλότερη η μέση επιβάρυνση από φόρους και εισφορές
Το 2016 η καθαρή μέση επιβάρυνση από φόρους εισοδήματος και εισφορές κοινωνικής ασφάλισης στην Ελλάδα κυμάνθηκε από 19,4% μέχρι 32,4% και ήταν σημαντικά υψηλότερη σε σχέση με τον μέσο όρο του ΟΟΣΑ (από 15,2% μέχρι 30,8%) στις περισσότερες κατηγορίες νοικοκυριών.
Ταυτόχρονα, ο ανώτερος συντελεστής στην Ελλάδα (48%) ήταν σημαντικά υψηλότερος σε σχέση με τον μέσο όρο της Ευρωζώνης (42%) και της Ευρωπαϊκής Ένωσης (39%)
Πηγή: iefimerida.gr