iselida.gr - Ειδήσεις για την πρώτη σελίδα

Παρασκευή - 17 Μαΐου 2024

Οι ευάλωτες πόλεις
της Ελλάδας
στην κλιματική αλλαγή


Τροπικές νύχτες, αύξηση των θερμικών επεισοδίων, της μέσης θερμοκρασίας κατά τους καλοκαιρινούς μήνες έως και 3 βαθμούς και των πλημμυρικών φαινομένων επιφυλάσσει η κλιματική κρίση στις ελληνικές πόλεις, οι οποίες στο όχι και τόσο μακρινό μέλλον θα γίνουν αρκετά πιο ζεστές και ιδιαίτερα ευάλωτες.

Αθήνα, Καλαμάτα και Πάτρα θα δουν τη μεγαλύτερη αύξηση της μέσης θερμοκρασίας, ενώ θα αυξηθούν σημαντικά και οι νύχτες κατά τις οποίες η θερμοκρασία δε θα πέφτει κάτω από τους 20 βαθμούς Κελσίου.

Την ίδια στιγμή ο καθένας από τους κατοίκους της Ελλάδας εκτιμάται ότι εκλύει περί τους 7 τόνους διοξειδίου του άνθρακα το χρόνο, με τους μισούς εξ αυτών να προέρχονται από δραστηριότητες που σχετιζονται με τις μεταφορές και τη μετακίνησή μας τόσο με ΙΧ όσο και με το αεροπλάνο.

Αυτό επισημαίνεται σε μελέτη που εκπονήθηκε για λογαριασμό της «Διανέοσις» με επιστημονικό υπεύθυνο τον καθηγητή του Πανεπιστημίου Αθηνών, Κωνσταντίνο Καρτάλη.

 

Βάσει των αποτελεσμάτων της μελέτης στο πλαίσιο της οποίας εκτιμήθηκαν οι συνέπειες της κλιματικής αλλαγής σε 9 επιλεγμένες πόλεις, με την αποδοχή των τριών σεναρίων που έχουν αναπτυχθεί από την «Διακυβερνητική Επιτροπή για την Αλλαγή του Κλίματος» του ΟΗΕ (αισιόδοξο, μέτριο και απαισιόδοξο), το επόμενο διάστημα θα αυξηθούν τα θερμά επεισόδια σε όλη την Ελλάδα. Με αυτήν την προοπτική, ενώ την περίοδο 1971 - 2000 στο κέντρο της Αθήνας είχαμε κατά μέσο όρο 1,4 «θερμά επεισόδια» τον χρόνο, ακόμα και με το καλύτερο σενάριο, την ερχόμενη 25ετία θα έχουμε κατά μέσο όρο 6. Αντίστοιχα με το μεσαίο σενάριο μέχρι τα μέσα του αιώνα θα έχουμε πάνω από 9.

Επιπλέον, η μέση θερμοκρασία θα αυξηθεί παντού, αλλά περισσότερο στην Πάτρα, την Καλαμάτα και την Αθήνα. Αν ισχύσει το πιο απαισιόδοξο σενάριο, η αύξηση της μέσης θερμοκρασίας τους καλοκαιρινούς μήνες στην Πάτρα και την Καλαμάτα θα φτάσει πάνω από τους 3 βαθμούς, ενώ στην Αθήνα θα ξεπεράσει τους 2 βαθμούς όποιο σενάριο κι αν επαληθευτεί, κάτι το οποίο επισημαίνεται από τους μελετητές ως ιδιαιτερως σοβαρό.

Επιπλέον, σε περιοχές όπως η Αθήνα, η Θεσσαλονίκη και η Λάρισα οι ημέρες στις οποίες η μέγιστη θερμοκρασία θα υπερβαίνει τους 37 βαθμούς θα αυξηθούν πολύ. Οι "τροπικές νύχτες" (νύχτες κατά τις οποίες η θερμοκρασία δεν πέφτει κάτω από τους 20 βαθμούς) θα δουν επίσης άνοδο. «Αυτό είναι σημαντικό, καθώς αυτός ο δείκτης συνδέεται με τα ποσοστά θνησιμότητας και καρδιαγγειακών παθήσεων - είναι οι νύχτες κατά τις οποίες τα κτήρια δεν προλαβαίνουν να "κρυώσουν"» σημειώνουν οι μελετητές.

Την ίδια στιγμή σε πόλεις της δυτικής Ελλάδας όπως η Πάτρα και τα Ιωάννινα θα υπάρξει μεγάλη αύξηση στις ημέρες υψηλής βροχόπτωσης, που αυξάνουν τον κίνδυνο πλημμυρικών φαινομένων.

Συνολικά στις υπό μελέτη πόλεις της Ελλάδας, τα αποτελέσματα του δείκτη των ημερών με ύψος υετού μεγαλύτερο από 20mm υποδεικνύουν αύξηση του κινδύνου πλημμυρικών φαινομένων. Οι εκτιμήσεις σχετίζονται με την αύξηση της συχνότητας των ημερών πολύ υψηλής βροχόπτωσης, με τις μεγαλύτερες αυξήσεις να εντοπίζονται στη Θεσσαλονίκη, τα Ιωάννινα, τη Λάρισα και τον Βόλο, αλλά και γενικότερα σε περιοχές της Κεντρικής, Βόρειας και Δυτικής Ελλάδας.

Σύμφωνα με τις επιστημονικές εκτιμήσεις, μέχρι το 2050 οι ημέρες με καύσωνα στην Ελλάδα θα αυξηθούν κατά 15 - 20 ετησίως, η βροχόπτωση θα μειωθεί από 10% έως 30%, οι ημέρες υψηλού κινδύνου πυρκαγιάς θα αυξηθούν από 15% έως και 70% και τα ακραία καιρικά φαινόμενα θα είναι πολύ πιο συχνά.

Συνολικά στο επίπεδο της χώρας, αν ισχύσει το «αισιόδοξο» σενάριο η θερμοκρασία θα αυξηθεί περί τους 2 βαθμούς μέχρι τα μέσα του αιώνα. Αν ισχύσει το «μεσαίο» θα αυξηθεί μέχρι και 2,5 βαθμούς, ενώ αν ισχύσει το εφιαλτικό σενάριο, η αύξηση θα φτάσει τους 3,4 βαθμούς στην ηπειρωτική Ελλάδα. Όπως γράφουν οι ερευνητές, «η χώρα αποκτά σταδιακά θερμότερο και ξηρότερο κλίμα, με ακραία καιρικά φαινόμενα που θα είναι εντονότερα, συχνότερα και με μεγαλύτερη διάρκεια».

Στη συντριπτική πλειοψηφία των κλιματικών παραμέτρων και γεωγραφικών περιοχών που εξετάζονται, οι επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής στην Ελλάδα είναι αρνητικές, αν και δεν είναι πάντα της ίδιας έντασης και δεν αποτυπώνονται ισότιμα σε όλες τις παραμέτρους ή τις περιοχές της χώρας.

Η μέση θερμοκρασία στο ευρύτερο πολεοδομικό συγκρότημα της Αθήνας την περίοδο 1971 - 2000, για παράδειγμα, ήταν 15,6 βαθμοί Κελσίου. Η μεταβολή που προβλέπεται από όλα τα σενάρια οδηγεί στο συμπέρασμα πως θα φτάσει γύρω στους 17 βαθμούς σύμφωνα με τα καλύτερα σενάρια, αλλά θα αγγίξει τους 18 αν ισχύσει το «χειρότερο».

Παράλληλα εξαιτίας του φαινομένου της «Αστικής Θερμικής Νησίδας», δηλαδή της αυξημένης θερμοκρασίας του αέρα στις πόλεις σε σχέση με άλλες κοντινές περιαστικές περιοχές, η εν λόγω διαφορά θερμοκρασίας στην πρωτεύουσα μπορεί να φτάνει ακόμα και τους 8 - 10 βαθμούς. Το φαινόμενο αυτό είναι ενδεικτικό της πίεσης που θα υποστούν οι πόλεις της Ελλάδας και αναμένεται να είναι πολύ μεγαλύτερη από ό,τι η επαρχία στο επόμενο διάστημα.