iselida.gr - Ειδήσεις για την πρώτη σελίδα

Σάββατο - 27 Απριλίου 2024

Εφιαλτική πρόβλεψη
Αστική θερμική νησίδα
η Αθήνα τα καλοκαίρια


Πριν από μερικούς μήνες, ο ακαδημαϊκός Χρήστος Ζερεφός έλεγε στο ΘΕΜΑ ότι αν δεν ληφθούν άμεσα μέτρα, θα έρθουν καλοκαίρια που θα είναι αδύνατο να κυκλοφορήσει κανείς το μεσημέρι. Στο περισσότερο από το ένα τρίτο της χώρας που κινδυνεύει άμεσα να μετατραπεί σε έρημο, όπως η Σαχάρα, όπου είναι αδύνατο να κυκλοφορήσει κανείς το μεσημέρι, ανήκει και η πρωτεύουσα.
ΠΗΓΗ protothema.gr - Γιώργος Καραγιάννης
Οι επιστήμονες διαπιστώνουν ότι η κλιματική αλλαγή έχει σχεδόν δεκαπλασιάσει το συνολικό άθροισμα ημερών καύσωνα στην Αθήνα, αυξάνοντας τη μέση θερμοκρασία στο αστικό περιβάλλον, την ώρα που διεθνώς, διαπιστώνουν ότι το σύστημα που ρυθμίζει τον "θερμοστάτη" στη Μεσόγειο, καταρρέει πολύ ταχύτερα απ' ό,τι περίμεναν.
Αυτό, το ότι δηλαδή η χώρα μας συμπεριλαμβάνεται στις χώρες της νοτιοανατολικής Ευρώπης, μαζί με την Ιταλία, την Ισπανία, την Πορτογαλία, τη Βουλγαρία και τη Ρουμανία, που οι θερμοκρασίες αυξάνονται ενώ οι βροχοπτώσεις μειώνονται, δεν είναι κάτι που το μαθαίνουμε τώρα. Πληθώρα μελετών του ΟΗΕ προειδοποιεί ότι η κλιματική κρίση -η οποία αποδίδεται στα αέρια που εκλύονται από την καύση ορυκτών καυσίμων- αυξάνει τη θερμοκρασία στο βόρειο ημισφαίριο της γης, προκαλώντας ανησυχία ότι κάποιες περιοχές του ενδέχεται να καταστούν μη κατοικήσιμες στο μέλλον. Στην περιοχή μας, οι ειδικοί διαπιστώνουν ότι η Μεσόγειος αυξάνει τη μέση θερμοκρασία της κατά 20% ταχύτερα από τον παγκόσμιο μέσο όρο, κάτι που έχει αλυσιδωτές αντιδράσεις: από την αύξηση των κρουσμάτων καύσωνα, στη μείωση των βροχοπτώσεων, την αύξηση των δασικών πυρκαγιών, την υφαλάτωση του εδάφους, ως και την καταστροφή του θαλάσσιου οικοσυστήματος καθώς η θάλασσα γίνεται πιο ζεστή και μη ανεκτή για τα είδη ψαριών και θηλαστικών που ζουν εδώ.
Σύμφωνα με νεότερη μελέτη του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, που βασίζεται σε πηγές δεδομένων όπως παρατηρήσεις από μετεωρολογικούς σταθμούς επιφανείας, δεδομένα από βάσεις επανα-ανάλυσης, προσομοιώσεις κλιματικών μοντέλων καθώς και την αξιοποίηση αποτελεσμάτων πρόσφατων ερευνητικών έργων, η ελληνική πρωτεύουσα επηρεάζεται βαριά από την κλιματική αλλαγή και είναι ιδιαίτερα ευπαθής στο φαινόμενο της Αστικής Θερμικής Νησίδας, επιδεινώνοντας τους κινδύνους λόγω υψηλών θερμοκρασιών ή επεισοδίων καύσωνα.
Στο φαινόμενο αυτό, της Αστικής Θερμικής Νησίδας, λόγω της χαμηλής κάλυψης από βλάστηση, την ισχυρή απορρόφηση της ηλιακής ακτινοβολίας από την ιδιότητα των υλικών της πόλης και τη γεωμετρική δομή της, αλλά και στις ανθρωπογενείς πηγές θερμότητας, το κτιριακό στρώμα διατηρεί υψηλή θερμοκρασία τις νύχτες, ενώ η δυσμενέστερη θερμική επιβάρυνση και η υψηλότερη ενεργειακή κατανάλωση στα κτήρια για δροσισμό παρουσιάζεται τις μεσημεριανές ώρες.
Ο Κωνσταντίνος Καρτάλης είναι καθηγητής του ΕΚΠΑ, μέλος της Επιστημονικής Επιτροπής της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την Κλιματική Αλλαγή και μέλος του advisory board της διαΝΕΟσις. Ο κ. Καρτάλης είναι και αυτός που παρουσίασε την επικαιροποίηση των στοιχείων έκθεσης της διαΝΕΟσις με τίτλο "Ενσωματώνοντας την κλιματική αλλαγή στον μετασχηματισμό του αναπτυξιακού μοντέλου της Ελλάδας", ειδικά σε ό,τι αφορά το θερμικό περιβάλλον της Αθήνας.
Τα στοιχεία που παρουσιάζει η μελέτη της επιστημονικής ομάδας του ΕΚΠΑ, επιβεβαιώνουν αυτό που -τουλάχιστον οι μεγαλύτεροι σε ηλικία- είχαμε "υποψιαστεί". Ότι όσο περνούν τα χρόνια, το κλίμα στην πρωτεύουσα δεν θυμίζει σε τίποτα αυτό το ήπιο, μεσογειακό κλίμα που μας έκανε να περιμένουμε το καλοκαίρι. Αντίθετα, αναλύοντας την εξέλιξη μέγιστης και ελάχιστης θερμοκρασίας στην Αθήνα από το 1971 έως και το 2020, ο κ. Καρτάλης επισημαίνει ότι τα δεδομένα "αναδεικνύουν μια συστηματική ανοδική τάση στη θερμοκρασία, η οποία αποδίδεται στην αστικοποίηση και στην κλιματική αλλαγή".
Και όντως. Βάσει των δεδομένων, η μέση μέγιστη θερμοκρασία της Αθήνας αυξήθηκε κατά σχεδόν δύο βαθμούς, από 20,55 Κελσίου στο διάστημα 1971-1980 σε 22,15, στο διάστημα 2011-2020. Αυτό, μπορεί να μην έγινε απότομα (όπως μας παρουσιάζεται στην ταινία "Η επόμενη μέρα"), αλλά σταδιακά, όμως η αλλαγή της θερμοκρασίας είναι τεράστια, εάν σκεφτεί κανείς ότι οι επιστήμονες προειδοποιούν πως αν η μέση θερμοκρασία της γης ανέβει κατά 0,5 βαθμούς Κελσίου, η καταστροφή θα είναι ανυπολόγιστη. Στην περίπτωσή μας, το 1981 ως το 1990 η μέση μέγιστη θερμοκρασία ήταν 21,18 βαθμοί, το 1991-2000 21,25 και το 2001-2010, 21,72 βαθμοί Κελσίου.
Το ίδιο ανησυχητικά είναι και τα στοιχεία για τη μέση ελάχιστη θερμοκρασία ανά δεκαετία. Το 1971-80 ήταν 12,37 βαθμοί, την επόμενη δεκαετία 12,5, το 1991-2000 12,64 βαθμοί, το 2001-2010 13,08 και το 2011-2020 13,5 βαθμοί Κελσίου. "Τα αποτελέσματα", αναφέρει ο κ. Καρτάλης, "αναδεικνύουν μια συστηματική ανοδική τάση στη θερμοκρασία, η οποία αποδίδεται στην αστικοποίηση και στην κλιματική αλλαγή. Συγκεκριμένα, η διαφορά της μέσης μέγιστης ημερήσιας θερμοκρασίας την τελευταία δεκαετία (2011-2020) από την αντίστοιχη για τη δεκαετία 1971-1980 είναι 1,6 οC που αντιστοιχεί σε αύξηση κατά 0,32 οC ανά δεκαετία, ενώ η διαφορά για τη μέση ελάχιστη θερμοκρασία είναι 1,13 οC που αντιστοιχεί σε αύξηση κατά 0,23 οC ανά δεκαετία".
Οι επιστήμονες, αναλύοντας τα δεδομένα του μετεωρολογικού σταθμού του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών στο Θησείου (ο οποίος έχει διαθέσιμα δεδομένα άνω των 100 ετών και υψηλής ποιότητας μετρήσεις), εντόπισαν αντίστοιχα αποτελέσματα αυξητικής τάσης και για τις ακραίες τιμές της θερμοκρασίας στην Αθήνα. Για κάθε έτος από το 1901 έως και το 2020 εντοπίστηκαν τα επεισόδια καύσωνα σύμφωνα με τον δείκτη CTX95pct που θεωρεί ως επεισόδιο καύσωνα τρεις ή περισσότερες συνεχόμενες ημέρες για τις οποίες η μέγιστη θερμοκρασία υπερβαίνει το 95ο εκατοστημόριο της τιμής της για την περίοδο αναφοράς (1961-1990).
Συγκρίνοντας τα δεδομένα των δεκαετιών 1971-1990 και 2001-2020, οι επιστήμονες διαπιστώνουν ότι το συνολικό άθροισμα ημερών καύσωνα εκτοξεύθηκε από την 1,5 στις 10,5 ημέρες, ότι η διάρκεια του μεγαλύτερου καύσωνα (σε μέρες) αυξήθηκε από 4,2 σε 6,1 και ότι η μέγιστη ένταση του ισχυρότερου επεισοδίου αυξήθηκε από 39, σε 39,9 βαθμούς Κελσίου.
Τα στοιχεία αυτά επιτρέπουν στους επιστήμονες να κάνουν εκτιμήσεις για το μέλλον. Βασιζόμενη σε προσομοιώσεις κλιματικών μοντέλων για την περίοδο 2046- 2065 σε υψηλή χωρική ανάλυση για το δυσμενέστερο κλιματικό σενάριο RCP8.5, η επιστημονική ομάδα του ΕΚΠΑ εκτιμά ότι θα παρατηρηθεί περαιτέρω θερμική επιβάρυνση στην Αθήνα.
Με βάση την προσομοίωση αυτή, τα αποτελέσματα των δεικτών για την περίοδο 2046-2065, σε σύγκριση με την περίοδο 1971-2000, δείχνουν ότι θα αυξηθούν κατά 17 οι μέρες με μέγιστη θερμοκρασία (μεγαλύτερη των 35 βαθμών Κελσίου), ότι η μέγιστη ετήσια θερμοκρασία θα αυξηθεί κατά 2,4 βαθμούς Κελσίου. Επίσης ότι οι πολύ θερμές ημέρες θα αυξηθούν κατά 52%, ενώ ο αριθμός των επεισοδίων με τρεις συνεχόμενες θερμές ημέρες και νύχτες, θα αυξηθεί κατά 10.
Δεν χρειάζεται βέβαια κανείς να είναι ειδικός για να καταλάβει πόσο εφιαλτικό είναι αυτό το σενάριο και πόσο θα αλλάξει η ζωή μας. Πέρα από τις συνέπειες που λίγο- πολύ είναι γνωστές, μιας και τις ζούμε κάθε καλοκαίρι πια, αρκεί μια ματιά στους χάρτες της Αττικής που έχουν δημιουργήσει οι επιστήμονες του Πανεπιστημίου για να κατανοήσει κανείς ότι η περιοχή μετατρέπεται σε κόλαση. Ότι μπαίνει, για να χρησιμοποιήσουμε τη φράση του γ.γ. του ΟΗΕ, Μπαν Γκι Μουν, "σε περίοδο βρασμού"...
Την ίδια ώρα, οι επιστήμονες που μελετούν την κλιματική αλλαγή στον πλανήτη, ξύνουν σκεπτικοί το κεφάλι τους. Τα στοιχεία που καταγράφουν, καταδεικνύουν ολοένα και με μεγαλύτερη σαφήνεια ότι η "Επόμενη μέρα", δηλαδή η κατάρρευση του συστήματος που ρυθμίζει τη θερμοκρασία της γης, έρχεται πολύ ταχύτερα απ' ό,τι περίμεναν.
Μια νέα μελέτη η οποία δημοσιεύθηκε σε αμερικανικό επιστημονικό περιοδικό, διαπιστώνει ότι το σύστημα AMOC, ένα σύστημα ωκεάνιων ρευμάτων το οποίο λειτουργεί σαν παγκόσμιος "θερμοστάτης", ίσως να βρίσκεται σε ήδη σε τροχιά κατάρρευσης, με ανησυχητικές επιπτώσεις στην άνοδο της στάθμης της θάλασσας και στον παγκόσμιο καιρό - οδηγώντας τις θερμοκρασίες σε δραματική πτώση σε ορισμένες περιοχές και δραματική άνοδο σε άλλες.
Αυτό το σύστημα ρευμάτων, μεταφέρει θερμό νερό από τους τροπικούς προς τον μακρινό Βόρειο Ατλαντικό, όπου το νερό ψύχεται, γίνεται πιο αλμυρό και βυθίζεται βαθιά στον ωκεανό, πριν εξαπλωθεί προς τα νότια. Το σύστημα Μεσημβρινής Ανατρεπτικής Κυκλοφορίας του Ατλαντικού, όπως ονομάζεται, δε μεταφέρει μόνο θερμότητα, αλλά και θρεπτικά συστήματα σε διάφορα θαλάσσια συστήματα του πλανήτη και παίζει ζωτικό ρολο στη διατήρηση του ήπιου κλίματος σε μεγάλα τμήματα του Βόρειου Ημισφαιρίου, μεταξύ των οποίων και η Μεσόγειος. Χαρακτηριστικό είναι το γεγόνος ότι οι επιστήμονές λένε πως την τελευταία φορά που είχε καταρρεύσει το AMOC, ήταν πριν από περίπου 12.000 χρόνια, οδηγώντας στο λιώσιμο των πάγων και στη δημιουργία του σημερινού κλίματος στη Γη, που αλλάζει.
Τώρα οι ειδικοί, με νέα εξαιρετικά πολύπλοκα υπολογιστικά συστήματα, τα οποία αναλύουν στο επιστημονικό περιοδικό Science Advances αναφέρουν ότι βρίσκεται στο κρισιμότερο σημείο των τελευταίων 1000 ετών και ότι θα μπορούσε να καταρρεύσει ακόμα και ως το 2025- συμπέρασμα με το οποίο μεγάλο μέρος της επιστημονικής κοινότητας διαφωνεί.
Πάντως όσο ο πλανήτης θερμαίνεται και στα ρεύματα "εισβάλλει" γλυκό νερό από παγόβουνα που λιώνουν, υπάρχουν ήδη ενδείξεις ότι οδεύει προς αυτή την κατεύθυνση και, αν συμβεί το worst case scenario, η καταστροφή θα είναι ανυπολόγιστη. Η στάθμη της θάλασσας, αναφέρουν οι επιστήμονες, θα ανέβει κατά ένα μέτρο (κατά μέσο όρο) οδηγώντας σε εξαφάνιση ολόκληρες παράκτιες περιοχές σε κάθε γωνιά του πλανήτη, θαλάσσια οικοσυστήματα θα εξαφανιστούν, η θερμοκρασία σε ορισμένα σημεία της γης θα γίνει αφόρητη. Κυρίως στο Βόρειο Ημισφαίριο, η θερμοκρασία θα αυξηθεί ραγδαία, ενώ στον Αμαζόνιο -το μεγαλύτερο παρθένο δάσος του πλανήτη- θα μπορούσαν να διαταραχθούν οι περίοδοι βροχών και ξηρασίας, προκαλώντας σοβαρή διατάραξη στο οικοσύστημα.
Εδώ και δεκαετίες, οι επιστήμονες κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου για αυτό το σύστημα ρευμάτων, καθώς η κλιματική αλλαγή "βράζει" τους ωκεανούς και λιώνει τους πάγους, διαταράσσοντας την ισορροπία θερμότητας και αλατιού που καθορίζει την ισχύ των ρευμάτων. Και λένε ότι αυτή η "Επόμενη μέρα" είναι όλο και πιο κοντά. Το ερώτημα πλέον, δεν είναι αν έχουν δίκιο, αλλά πόσο κοντά είμαστε στο ξημέρωμα αυτής της μέρας.